«Αισθανόμαστε τα γεγονότα που συμβαίνουν γύρω μας ως εντυπώσεις. Και γνωρίζουμε ότι αυτές οι εντυπώσεις είναι η έκφραση του υποκειμένου που τις δημιουργεί.»[1]
Αισθάνομαι. Χρησιμοποιώ τις αισθήσεις μου, όραση, ακοή, αφή, όσφρηση, για να δεχθώ τα δεδομένα που παράγονται από την έκφραση ενός υποκειμένου. Τα δεδομένα αυτά φτάνοντας σε εμένα παραλαμβάνονται ως εντυπώσεις. Για να αντιληφθώ τις εντυπώσεις, προσπαθώ να κατανοήσω το υποκείμενο που τις παράγει, έχοντας ως αναφορά το δικό μου σώμα, το τρόπο που συγκροτούμαι εγώ ως υποκείμενο, το πώς εγώ εκφράζομαι. Οι εντυπώσεις που λαμβάνω, ως τις εκφράσεις υποκείμενων, μπορούν να μου παραδώσουν στοιχεία για τα ίδια τα υποκείμενα, να είναι δηλαδή τεκμήρια της συγκροτημένης ψυχικής διάθεσης (stimmung) που τα παράγει.
Ο Heinrich Wölfflin στα «Προλεγόμενα για μια ψυχολογία της Αρχιτεκτονικής» θα υποδείξει πως οι αρχιτεκτονικές κατασκευές, ως έκφραση, είναι προϊόντα μιας συγκεκριμένης ψυχικής διάθεσης, (stimmung), τα οποία τα αντιλαμβανόμαστε χρησιμοποιώντας το ίδιο μας το σώμα και τον τρόπο που αυτό οργανώνεται και δρα. Η κολόνα που φέρει κιονόκρανο, με τον κορμό της μεταφέρει το βάρος της, όπως εγώ φέρω το βάρος του σώματος μου. Η κατασκευή αυτή διαθέτει πάνω και κάτω, όταν θελήσω να την περιγράψω, γιατί με αυτές τις λέξεις περιγράφω το ίδιο μου το σώμα. Μια κακοτεχνία ή μια ασυμμετρία λαμβάνεται μια διακοπή της συνέχειας, ως μια πληγή, που θα μπορούσε να φέρει το δικό μου σώμα. Για τον Wölfflin η έκφραση είναι το σωματικό φαινόμενο, το υλικό δείγμα μιας συγκεκριμένης ψυχικής διάθεσης, την οποία κατανοώ γιατί και εγώ τη διαθέτω.
Καθώς το αντιληπτικό σύστημα μου λαμβάνει τα δείγμα αυτό, δημιουργείται ένα απο-τύπωμα, μια εν-τύπωση αυτής της έκφρασης στο δικό μου υλικό σύστημα αναφοράς, στο σώμα μου. Αντιλαμβάνομαι δηλαδή την έκφραση ενός υποκειμένου, την υλικότητα αυτής της έκφρασης, γιατί διαθέτω και εγώ την ανάλογη εμπειρία υλικότητας, το σώμα μου, το οποίο διεγείρεται καθώς εισρέουν οι εντυπώσεις, καθώς αποτυπώνονται πάνω στο σώμα μου. Ποια είναι τα στάδια αυτής της διαδικασίας αποτύπωσης στο αντιληπτικό μου σύστημα; Με ποιον τρόπο η έκφραση ενός υποκειμένου περνά και εντυπώνεται στο δικό μου σύστημα; Πως υπάρχω μετά την εισροή των εντυπώσεων στο αντιληπτικό σύστημα μου;
«L΄organisation de notre corps propre est la forme sous laquelle nous concevons tout corporel». Η οργάνωση του σώματος μου είναι η μορφή σύμφωνα με την οποία αντιλαμβάνομαι οτιδήποτε σωματικό, υλικό. Η περιοδικότητα που αναδύεται στις κινήσεις μου , ο τρόπος που λειτουργούν τα διάφορα όργανα μου, μου υποβάλλουν ένα τρόπο αντίληψης των γεγονότων. Και κάθε φορά που ένα υλικό αντικείμενο εκφράζεται, η εντύπωση που με κατακλύζει, γίνεται αντιληπτή με το σώμα μου, ή με τις έννοιες που γνωρίζω μέσω του σώματος. Μιμούμαι άθελα τις εκφράσεις σωμάτων άλλων, κλαίγοντας, γελώντας, επαναλαμβάνοντας λέξεις, ξεροβήχοντας, αναπνέοντας, παραδίνομαι στην εντύπωση που κυριαρχεί και μου επιβάλλεται, εισχωρεί , εγγράφεται μέσα μου.
Αντιδρώ ως εάν να είχα τραυματιστεί από την εισερχόμενη εντύπωση, την οποία ας θεωρήσω ως ένα βέλος που ξεκινά από το αντικείμενο που την παράγει και κατευθύνεται προς το δικό μου σώμα. Η αντίληψη της έκφρασης, η εντύπωση, μπορεί να ειδωθεί ως το τραύμα που προκαλεί αυτό το βέλος, ως τη διάρρηξη του ενιαίου εαυτού μου, της ενοποιημένης μέχρι τότε θέλησης μου, του φράγματος που έχει δημιουργήσει το αντιληπτικό σύστημα ώστε να φιλτράρει τα εισερχόμενα ερεθίσματα. Μέσα από την πληγή αυτή διαφεύγει ένα τμήμα της υλικότητας μου. Στο χώρο της πληγής που δημιουργεί η εντύπωση συνυπάρχει η έκφραση του άλλου και η αναπαραγωγή της από τμήμα του σώματος μου, στο ενδιάμεσο της απόστασης συναντούνται η έκφραση και η εντύπωση.
Για ορίσω αυτή την ενδιάμεση αυτή περιοχή στην οποία εισέρχομαι μετά την αντίληψη, το nachleben, θα μπορούσα να περιγράψω την παρακάτω εικόνα. Ας θεωρήσω ότι ένας τοξότης βρίσκεται στο κέντρο ενός κύκλου και κάποια στιγμή στοχεύει με το τόξο του προς την περιφέρεια του κύκλου αυτού, ο οποίος συμπίπτει με την εμβέλεια που έχει ο ίδιος ο τοξότης, με την ικανότητα και τη δύναμη που διαθέτει να τεντώνει τη χορδή και να αφήνει το τόξο. Στην περιφέρεια αυτού του κύκλου βρίσκεται ένας παρατηρητής. Το βέλος φεύγοντας από τα χέρια του τοξότη διαγράφει μια κίνηση και καρφώνεται στο σώμα του παρατηρητή. Καθώς το βέλος τον πληγώνει, ένα μικρό τραύμα δημιουργείται στο προστατευτική επιδερμίδα που χωρίζει τα ζωτικά του όργανα από το εξωτερικό περιβάλλον. Τη στιγμή που το βέλος ακουμπήσει το σώμα, ο παρατηρητής αισθάνεται ένα μικρό, έντονο, βίαιο τράβηγμα στο χέρι , ως εάν ο ίδιος να τραβούσε τη χορδή του τόξου για να αφήσει το βέλος. Ο παρατηρητής αντιλαμβάνεται το γεγονός της βολής του τόξου τοποθετώντας για λίγες στιγμές τον εαυτό του στη θέση του τοξότη. Παραχωρεί τη θέληση του δικού του σώματος, η οποία εκχωρείται για μερικά λεπτά, απουσιάζει, γίνεται ο ίδιος τοξότης. Τώρα το βέλος τον έχει ήδη αγγίξει. Αφήνει ξανά το σώμα του τοξότη και επιστρέφει στο δικό του σώμα, που αυτή τη στιγμή πληγώνεται, πονά. Το τραύμα της εντύπωσης τον καθηλώνει στην πραγματικότητα και τον επαναφέρει στο δικό του σώμα, στο εδώ, αλλά ταυτόχρονα τον αφήνει να διαχυθεί στη πραγματικότητα του άλλου, στο εκεί. Σε αυτές στιγμές του μετά , το εγώ μολύνεται, μέσω της πληγής, που διαρρηγνύει, που διακόπτει το προστατευτικό φάσμα και αφήνει να εισρέουν ξένα ως προς τον οργανισμό δεδομένα. Για τον Wölfflin δείγματα αυτής της ενδιάμεσης θέσης του εγώ που δημιουργείται κατά την αντιληπτική διαδικασία θα μπορούσαν να κατονομαστούν ευκρινώς.
Κάποιος κλαιει. Μέσω της ακοής μου, αντιλαμβάνομαι τα αναφιλητά του, μέσω της όρασης μου, τα δάκρυα που τρέχουν πάνω στο πρόσωπο του. Αντιλαμβάνομαι ότι κλαιει, γνωρίζοντας τη δική μου εμπειρία κλάματος. Άθελα μου, μερικά δάκρυα, αρχίζουν να τρέχουν στο πρόσωπο μου. Για μερικές στιγμές παραχωρώ τμήμα του σώματος μου- τους αδένες των δακρύων, τα μάτια μου, - στην λύπη που εκφράζει το άλλο σώμα, η εντύπωση της οποίας με διαπερνά.
Κάποιος μιλάει. Ξαφνικά, μετά από αρκετή ώρα, βραχνιάζει, η φωνή δεν βγαίνει ομαλά από το λάρυγγα του, και για μια στιγμή σταματά, για να ξεροβήξει, με πρόθεση να καθαρίσει η φωνή του. Τη στιγμή που αντιλαμβάνομαι με την ακοή μου, το βράχνιασμα της φωνής του ομιλητή, ετοιμάζομαι να καθαρίσω εγώ ο ίδιος το λαιμό μου, ξεροβήχοντας. Το βράχνιασμα γίνεται αντιληπτό, εξαιτίας της γνώσης της αντίστοιχης σωματικής εμπειρίας, του δικού μας βραχνιάσματος. Άθελα, παραχωρώ το λάρυγγα μου, μέρος του σώματος μου, τη στιγμή που αντιλαμβάνομαι το βράχνιασμα ενός άλλου λαιμού από το δικό μου.
Κάποιος συνομιλεί μαζί μου. μέσα από προτάσεις, που εκφέρονται εναλλάξ από εμένα και αυτόν. Τη στιγμή που αυτός τελειώνει τις προτάσεις του, εγώ επαναλαμβάνω τις τελευταίες λέξεις που φεύγουν από τα χείλη του. Για να αντιληφθώ, να κατανοήσω αυτά που λέγονται, τα επαναλαμβάνω, χρησιμοποιώ τα δικά μου γλωσσικά όργανα- χείλη, ουρανίσκο, δόντια- τα παραχωρώ για κάποιες στιγμές στη έκφραση του άλλου. Εκφωνώντας τις τελευταίες λέξεις μια πρότασης, προσέχω ασταμάτητα αυτά που εκφέρονται, γίνομαι μέρος του υποκειμένου που τα εκφέρει.
Στις παραπάνω καταστάσεις υπάρχει μια οριακή στιγμή, κατά τη διαδικασία της αντίληψης, όπου μέρη του σώματος μου παραχωρούνται, σχεδόν άθελα μου, στην προσπάθεια μου του αντιληπτικού μου συστήματος να κατανοήσει, να δεχτεί την εντύπωση του γεγονότος πάνω του. Την στιγμή δηλαδή της εισχώρησης της εντύπωσης στο δικό μου σύστημα, δημιουργείται ένα τραύμα, μια ρήξη στη συνέχεια, μια διάτρηση από το οποίο εισχωρεί το εξωτερικό ερέθισμα στον αντιληπτικό σύστημα και την ίδια στιγμή, ένα μέρος, του σώματος μου, μέσω αυτής της πληγής, εξωτερικεύεται, κατά τρόπο παρόμοιο με αυτό που δημιούργησε την έκφραση του άλλου υποκειμένου. Η διαδικασία της αντίληψης, δηλαδή, περιλαμβάνει μια στιγμή, όπου δυο αντιθετικές, μεταξύ τους, κινήσεις λαμβάνουν χώρα. Τη στιγμή του τραύματος που προκαλεί η έκφραση ενός υποκειμένου στον δέκτη αυτής της έκφρασης, συνυπάρχουν το ενοποιημένο και το διαλυμένο εγώ. Αυτό που είναι σταθερό, και οργανωμένο γύρω από μια υλικότητα, εντελώς δική του, και ένα εγώ, το οποίο μολύνεται από την εντύπωση, και παραχωρεί μέλη του σώματος του και των λειτουργιών του, ώστε να αντιληφθεί το εξωτερικό ερέθισμα.
Για λίγες στιγμές μετά την εισβολή της εντύπωσης στο αντιληπτικό μου σύστημα, αφήνομαι να εκφράζομαι με το ίδιο τρόπο του υποκειμένου που εκφράζεται. To Vivre d’après, (nachleben) περιγράφει αυτές ακριβώς τις στιγμές, μετά την εισβολή της εντύπωσης στο αντιληπτικό μου σύστημα, περιγράφει το πώς δέχομαι, να αφήνομαι για μερικά λεπτά στο έλεος της εντύπωσης, του ερεθίσματος. Η εκπαίδευση μου μαθαίνει να μην παραδίνομαι τόσο εύκολα στις εντυπώσεις που με κατακλύζουν, που με σημαδεύουν με τα βέλη τους. Παρόλα αυτά, δεν μπορώ να αποφύγω την ενδιάμεση αυτή κατάσταση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου